1 Οὐ ξένα ὁμιλῶ οὐδὲ παραλόγως ζητῶ , ἀλλὰ ἀποστόλων γενόμενος μαθητὴς γίνομαι διδάσκαλος ἐθνῶν · τὰ παραδοθέντα ἀξίως ὑπηρετῶ γινομένοις ἀληθείας μαθηταῖς . 2 τίς γὰρ ὀρθῶς διδαχθεὶς καὶ λόγῳ προσφιλὴς γενηθεὶς οὐκ ἐπιζητεῖ σαφῶς μαθεῖν τὰ διὰ λόγου δειχθέντα φανερῶς μαθηταῖς , οἷς ἐφανέρωσεν ὁ λόγος φανείς , παρρησίᾳ λαλῶν , ὐπὸ ἀπίστων μὴ νοούμενος , μαθηταῖς δὲ διηγούμενος , οἳ πιστοὶ λογισθέντες ὑπ᾿ αὐτοῦ ἔγνωσαν πατρὸς μυστήρια ; 3 οὗ χάριν ἀπέστειλε λόγον , ἵνα κόσμῳ φανῇ , ὃς ὑπὸ λαοῦ ἀτιμασθείς , διὰ ἀποστόλων κηρυχθείς , ὑπὸ ἐθνῶν ἐπιστεύθη . 4 οὗτος ὁ ἀπ᾿ ἀρχῆς , ὁ καινὸς φανεὶς καὶ παλαιὸς εὑρεθεὶς καὶ πάντοτε νέος ἐν ἁγίων καρδίαις γεννώμενος . 5 οὗτος ὁ ἀεί , ὁ σήμερον υἱὸς λογισθείς , δι᾿ οὗ πλουτίζεται ἡ ἐκκλησία καὶ χάρις ἁπλουμένη ἐν ἁγίοις πληθύνεται , παρέχουσα νοῦν , φανεροῦσα μυστήρια , διαγγέλλουσα καιρούς , χαίρουσα ἐπὶ πιστοῖς , ἐπιζητοῦσι δωρουμένη , οἷς ὅρκια πίστεως οὐ θραύεται οὐδὲ ὅρια πατέρων παρορίζεται . 6 εἶτα φόβος νόμου ᾄδεται , καὶ προφητῶν χάρις γινώσκεται , καὶ εὐαγγελίων πίστις ἵδρυται , καὶ ἀποστόλων παράδοσις φυλάσσεται , καὶ ἐκκλησίας χάρις σκιρτᾷ . 7 ἣν χάριν μὴ λυπῶν ἐπιγνώσῃ , ἃ λόγος ὁμιλεῖ δι᾿ ὧν βούλεται , ὅτε θέλει . 8 ὅσα γὰρ θελήματι τοῦ κελεύοντος λόγου ἐκινήθημεν ἐξειπεῖν μετὰ πόνου , ἐξ ἀγάπης τῶν ἀποκαλυφθέντων ἡμῖν γινόμεθα ὑμῖν κοινωνοί .